Η Σπάρτη υπήρξε μία από τις σημαντικότερες πόλεις της αρχαιότητας και οι ιστορίες ηρωισμού και γενναιότητας των Σπαρτιατών εξακολουθούν να γοητεύουν μέσα από σύγχρονες ταινίες και διηγήσεις. Ωστόσο, αυτή η εικόνα της Σπάρτης προβάλλει την δική μας εκδοχή, η οποία ενίοτε αποκλίνει από τις αρχαίες πηγές και δεδομένα. Το άρθρο περιλαμβάνει ορισμένα ενδιαφέροντα γεγονότα και θεωρίες σχετικά με την αρχαία Σπάρτη, εν πολλοίς άγνωστα.
Η πρώτη γυναίκα Ολυμπιονίκης ήταν Σπαρτιάτισσα
Παρόλο που οι γυναίκες απαγορευόταν να πάρουν μέρος στους Ολυμπιακούς αγώνες, εντούτοις επιτρεπόταν να εκτρέφουν άλογα και να συμμετέχουν σε αρματοδρομίες με τα άλογα και τους αρματηλάτες. Νικητής ανακηρυσσόταν ο ιδιοκτήτης των αρμάτων / αλόγων. Έτσι η Κυνίσκα ανακηρύχθηκε νικήτρια στις αρματοδρομίες δυο φορές. Την αναφέρει 400 χρόνια αργότερα και ο Πλούταρχος, ο οποίος έγραψε ότι ο Αγησίλαος βλέποντας πολίτες να θεωρούν σπουδαίο τον εαυτό τους επειδή είχαν ιπποφορβεία, έπεισε την αδελφή του Κυνίσκα να αγωνισθεί στους Ολυμπιακούς, θέλοντας να δείξει στους Έλληνες ότι η νίκη οφείλετο στον πλούτο και όχι στις ικανότητες, βασιζόμενος σε σχετικό κείμενο του Ξενοφώντα:
«ἐκεῖνό γε μὴν πῶς οὐ καλὸν καὶ μεγαλογνῶμον, τὸ αὐτὸν μὲν ἀνδρὸς ἔργοις καὶ κτήμασι κοσμεῖν τὸν ἑαυτοῦ οἶκον, κύνας τε πολλοὺς θηρευτὰς καὶ ἵππους πολεμιστηρίους τρέφοντα, Κυνίσκαν δὲ ἀδελφὴν οὖσαν πεῖσαι ἁρματοτροφεῖν καὶ ἐπιδεῖξαι νικώσης αὐτῆς ὅτι τὸ θρέμμα τοῦτο οὐκ ἀνδραγαθίας ἀλλὰ πλούτου ἐπίδειγμά ἐστι; τόδε γε μὴν πῶς οὐ σαφῶς πρὸς τὸ γενναῖον ἔγνω, ὅτι ἅρματι μὲν νικήσας τοὺς ἰδιώτας οὐδὲν ὀνομαστότερος ἂν [εἴη] γένοιτο, εἰ δὲ φίλην μὲν πάντων μάλιστα τὴν πόλιν ἔχοι, πλείστους δὲ φίλους καὶ ἀρίστους ἀνὰ πᾶσαν τὴν γῆν κεκτῇτο, νικῴη δὲ τὴν μὲν πατρίδα καὶ τοὺς ἑταίρους εὐεργετῶν, τοὺς δὲ ἀντιπάλους τιμωρούμενος, ὅτι οὕτως ἂν εἴη νικηφόρος τῶν καλλίστων καὶ μεγαλοπρεπεστάτων ἀγωνισμάτων καὶ ὀνομαστότατος καὶ ζῶν καὶ τελευτήσας γένοιτ᾽ ἄν»
Ξενοφώντος – Αγησίλαος
Στην Ολυμπία υπήρχε μπρούτζινο άγαλμά της, στο βάθρο του οποίου υπάρχει η επιγραφή:
Η επιγραφή διασώθηκε ως επίγραμμα στην Παλατινή Ανθολογία (βιβλίο 13, επίγραμμα 16) γεγονός που επέτρεψε την συμπλήρωση του κειμένου που έλειπε.
Ωστόσο, ενώ σήμερα είναι εύκολο να επικροτήσουμε την πρώτη γυναικεία νίκη σε Ολυμπιακούς αγώνες, στην αρχαιότητα το εν λόγω επίτευγμα φάνταζε ακατόρθωτο. Ο Ξενοφών, στο βιογραφικό έργο του Αγησιλάου ισχυρίζεται ότι αυτός ενθάρρυνε την αδελφή του να συμμετάσχει στις αρματοδρομίες προκειμένου να τις καταγγείλει ως αθλητικό θέαμα το οποίο δεν απαιτούσε δεξιότητα, αλλά πλούτο. Παρόλο που η πρόθεση του Αγησιλάου, τελικά δεν ευοδώθηκε, το επίτευγμα της Κυνίσκας επαινέθηκε στη Σπάρτη, όπου αναγέρθηκε ηρώο προς τιμήν της. (Παυσανίας, 3.15.1).
Στην μάχη των Θερμοπυλών φονεύθηκαν 298 & όχι 300 Σπαρτιάτες
Ο αριθμός 300 είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την μάχη των Θερμοπυλών το 480 π.Χ και τον ηρωισμό των Σπαρτιατών, ωστόσο αυτό δεν απόλυτα ακριβές, αφού δύο από τους Σπαρτιάτες οι οποίοι εστάλησαν στις Θερμοπύλες δεν σκοτώθηκαν στην μάχη.
Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι δύο Σπαρτιάτες, οι Εύρυτος και Αριστόδαμος, προσβλήθηκαν από σοβαρή οφθαλμική μόλυνση με αποτέλεσμα να καταστούν σχεδόν τυφλοί και να διαταχθούν να επιστρέψουν στην Σπάρτη. Ο Εύρυτος όμως διέταξε τον είλωτα συνοδό του να τον οδηγήσει πίσω στο πεδίο της μάχης όπου φονεύθηκε. Στον αντίποδα ο Αριστόδαμος επέστρεψε στην Σπάρτη αισθανόμενος ντροπή, για την οποία εξιλεώθηκε αργότερα πολεμώντας στις Πλαταιές όπου εφονεύθη. (Ηρόδοτος βιβλ. 7 κεφ. 229).
Ο δεύτερος Σπαρτιάτης που απέφυγε τον θάνατο στις Θερμοπύλες ήταν ο Παντίτης ο οποίος την ώρα της μάχης, απείχε από τις Θερμοπύλες μεταφέροντας ένα μήνυμα στην Θεσσαλία. Όταν επέστρεψε στην Σπάρτη, αισθανόμενος ντροπή που δεν συμμετείχε στην μάχη…………..αυτοκτόνησε (κρεμάστηκε)!
Η Ωραία Ελένη της Τροίας ήταν η Ελένη της Σπάρτης
Η Ωραία Ελένη, το πρόσωπο που προκάλεσε έναν από τους διασημότερους πολέμους της αρχαιότητας καταγόταν από τη Σπάρτη. Η σημασία καταγωγής της Ελένης της Σπάρτης φαίνεται στην ακρόπολη και αρχαίο θέατρο στις Θεράπνες, ένα από τα πρώτα Ιερά στην αρχαία Ελλάδα που χρονολογείται από το 700 π.Χ. Η Ελένη λατρευόταν στο Μενέλαιον (μαζί με τον Μενέλαο/σύζυγο και τους Διόσκουρους/αδέλφια) από Σπαρτιάτισσες κορασίδες, αλλά και από τους άνδρες, πιθανότατα με την μορφή θεάς της γονιμότητας.
Η νεότερη επιγραφή για την Ελένη από το Μενέλαιον χρονολογείται το 650 π.Χ και προέρχεται από τον Δείνη (ανδρικό όνομα) ο οποίος της αφιέρωσε έναν χάλκινο γάντζο. Η Ελένη είχε ένα άλλο ιερό μέσα στην πόλη της Σπάρτης, όπου τελούντο τα Ελένεια, γεγονός που πιθανολογείται από την αναφορά του Θεοκρίτου στο έργο του «Ειδύλλια, Επιθαλάμια Ελένης 18». Ωστόσο, η λατρεία της Ελένης, σαφώς επηρεασμένη από την μυθολογία της Ιλιάδας, αποτελεί ένα πολύπλοκο θέμα, αφού η λατρεία της εμφανίζεται και εκτός Σπάρτης.
Η Σπάρτη ήταν κομβικό σημείο μουσικής και ποίησης της Αρχαϊκής περιόδου
Η Σπάρτη δεν φημίζεται μόνο για τις στρατιωτικές επιδόσεις, αλλά και για τις μουσικές. Πολλοί ποιητές – μουσικοί ταξίδεψαν από πολύ μακριά για να εργαστούν στη Σπάρτη. Ο θρυλικός μουσικός Τέρπανδρος (από τη Λέσβο) πιστώθηκε με την ίδρυση του πρώτου μουσικού διαγωνισμού στη Σπάρτη. Ο Αλκμάνος (από την Λυδία) ήταν ξακουστός σε όλο τον αρχαίο κόσμο για τα τελετουργικά τραγούδια του σχετικά με τις Σπαρτιάτισσες κορασίδες. Επιπλέον, ο Τυρταίος (Σπαρτιάτης) συνέθεσε πολιτικές και στρατιωτικές ελεγείες που ενέπνευσαν τους Σπαρτιάτες στον πόλεμο με τους Μεσσήνιους.
Οι Σπαρτιάτες ήταν τόσο υπερπροστατευτικοί με την μουσική τους κληρονομιά, που απαγόρευαν σε όλους τους είλωτες να εκτελούν τα έργα των Αλκμάνου και Τερπάνδρου και τους ανάγκαζαν να τραγουδούν χαμηλόφωνα άλλα τραγούδια. Ο Πλούταρχος αναφέρει σχετικά (Λυκούργος 28,4-5):
…..έτσι, σε μεταγενέστερες εποχές, λένε, ότι όταν οι Θηβαίοι εκστράτευσαν στην Λακωνία, [4ος αιώνας π.Χ.] και διέταξαν τους είλωτες που συνέλαβαν να τραγουδήσουν τα τραγούδια του Τερπάνδρου, του Αλκμάνου και του Σπένδονα του Σπαρτιάτη, αυτοί αρνήθηκαν να το πράξουν, με την δικαιολογία ότι οι κύριοι τους δεν το επέτρεπαν, αποδεικνύοντας έτσι την ορθότητα του ρητού: «Στη Σπάρτη ο ελεύθερος είναι περισσότερο ελεύθερος από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο και ο σκλάβος περισσότερο σκλάβος».
Πρόκειται για μια σύντομη περιγραφή του τρόπου με τον οποίο η μουσική χρησιμοποιήθηκε στην αρχαία Σπάρτη, για να διαχωρίσει και να οριοθετήσει διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, αλλά αποτελεί επίσης ένα στοιχείο που υπογραμμίζει την μεγάλη σημασία που έδιδαν οι Σπαρτιάτες στην μουσική τους κληρονομιά.
Οι Σπαρτιάτες οπλίτες πιθανόν δεν είχαν το (Λ) χαραγμένο στις ασπίδες
Η σύγχρονη – κινηματογραφική εκδοχή της Σπάρτης απεικονίζει μυώδεις άντρες ενδεδυμένους με κόκκινες κάπες και οπλιτικές ασπίδες ζωγραφισμένες με το γράμμα «Λ» που αντιστοιχεί στην λέξη Λακεδαιμόνιοι. Ωστόσο, η μόνη απόδειξη που υπάρχει για αυτό προέρχεται από μια μάλλον αμφίβολη και μεταγενέστερη πηγή, τον λεξικογράφο του 9ου αιώνα Φώτιο, ο οποίος αναφέρει στο λήμμα για το Ελληνικό γράμμα «λάμδα»:
«το Λ ήταν χαραγμένο από τους Λακεδαιμονίους στις ασπίδες τους, όπως οι Μεσσήνιοι χάρασσαν Μ στις δικές τους. Ο Εύπολις τρόμαξε βλέποντας το λάμδα.»
Ο Εύπολις ήταν Αθηναίος κωμικός ποιητής του 5ου αιώνα π.Χ. Επειδή η αναφορά του Φωτίου αφαιρέθηκε από την ευρύτερη πλοκή του έργου (δεν υπάρχει τρόπος επαλήθευσης) είναι δύσκολο να επιβεβαιώσουμε, ή να διαψεύσουμε αν αφορά στην Σπάρτη, ή σε κάποιο κωμικό επεισόδιο έργου του Εύπολη.
Εξετάζοντας τις αναπαραστάσεις των Σπαρτιατών οπλιτών, η εικόνα είναι πολύ διαφορετική. Μεγάλος αριθμός μολύβδινων αναθηματικών ειδωλίων του 650 – 350 π.Χ, από το ιερό της Ορθίας Αρτέμιδος στην Σπάρτη αναπαριστούν οπλίτες με ασπίδες, στις οποίες δεν υπάρχει το σύμβολο Λ, αλλά παραστάσεις διαφόρων ζώων και γεωμετρικών μοτίβων.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Σπαρτιάτες κάποια στιγμή αργότερα δεν υιοθέτησαν το Λ στις ασπίδες τους, ή ουδέποτε το είχαν (είναι γνωστό ότι άλλες πόλεις είχαν το αρχικό τους γράμμα στις οπλιτικές ασπίδες). Σημαίνει όμως ότι το ιστορικό υλικό και τα λογοτεχνικά στοιχεία για τον αρχαίο κόσμο ενίοτε παρέχουν διαφορετικά στοιχεία και ότι αμφότερα πρέπει να συμβαδίζουν, με σκοπό την εγκυρότερη γνώση.
Χρησιμοποιούσαν ως μέσον συναλλαγής σιδερένιες ράβδους, αντί νομισμάτων
Τα χρήματα με την μορφή της νομισματοκοπίας, ήταν μεγάλο πολιτικό εργαλείο στον αρχαίο κόσμο. Μέσω αυτών οι πόλεις διακήρυτταν την εικόνα του κράτους τους στον κόσμο και οι κυβερνήτες ενίσχυαν την θέση τους. Πιο διάσημα είναι η Αθηναϊκή γλαύξ (κουκουβάγια) ή τα Ρωμαϊκά νομίσματα που απεικόνιζαν τους διδύμους Ρωμύλο και Ρέμο. Ωστόσο, η Σπάρτη δεν είχε νομίσματα μέχρις ότου ο βασιλιάς Αρεύς το 309-265 π.Χ έκοψε ασημένια τετράδραχμα, εκ των οποίων τέσσερα έχουν διασωθεί. Για τις εσωτερικές συναλλαγές, οι Σπαρτιάτες χρησιμοποιούσαν σιδερένιους οβελούς, νόμισμα. Ο Πλούταρχος αναφέρει σχετικά στο έργο του «Βίοι Παράλληλοι/Λυκούργος παρ. 9 στιχ 1-5»:
πρῶτον μὲν γὰρ ἀκυρώσας πᾶν νόμισμα χρυσοῦν καὶ ἀργυροῦν μόνῳ χρῆσθαι τῷ σιδηρῷ προσέταξε· καὶ τούτῳ δὲ ἀπὸ πολλοῦ σταθμοῦ καὶ ὄγκου δύναμιν ὀλίγην ἔδωκεν, ὥστε δέκα μνῶν ἀμοιβὴν ἀποθήκης τε μεγάλης ἐν οἰκίᾳ δεῖσθαι καὶ ζεύγους ἄγοντος. τούτου δὲ κυρωθέντος ἐξέπεσεν ἀδικημάτων γένη πολλὰ τῆς Λακεδαίμονος. τίς γὰρ ἢ κλέπτειν ἔμελλεν ἢ δωροδοκεῖν ἢ ἀποστερεῖν ἢ ἁρπάζειν ὃ μήτε κατακρύψαι δυνατὸν ἦν μήτε κεκτῆσθαι ζηλωτόν, ἀλλὰ μηδὲ κατακόψαι λυσιτελές· ὄξει γάρ, ὡς λέγεται, διαπύρου σιδήρου τὸ στόμωμα κατασβέσας ἀφείλετο τὴν εἰς τἆλλα χρείαν καὶ δύναμιν, ἀδρανοῦς καὶ δυσέργου γενομένου. Μετὰ δὲ τοῦτο τῶν ἀχρήστων καὶ περισσῶν ἐποιεῖτο τεχνῶν ξενηλασίαν. ἔμελλον δέ που καὶ μηδενὸς ἐξελαύνοντος αἱ πολλαὶ τῷ κοινῷ νομίσματι συνεκπεσεῖσθαι, διάθεσιν τῶν ἔργων οὐκ ἐχόντων. τὸ γὰρ σιδηροῦν ἀγώγιμον οὐκ ἦν πρὸς τοὺς ἄλλους Ἕλληνας οὐδ’ εἶχε τιμὴν καταγελώμενον, ὥστε οὐδὲ πρίασθαί τι τῶν ξενικῶν καὶ ῥωπικῶν ὑπῆρχεν, οὐδ’ εἰσέπλει φόρτος ἐμπορικὸς εἰς τοὺς λιμένας, οὐδὲ ἐπέβαινε τῆς Λακωνικῆς οὐ σοφιστὴς λόγων, οὐ μάντις ἀγυρτικός, οὐχ ἑταιρῶν τροφεύς, οὐ χρυσῶν τις, οὐκ ἀργυρῶν καλλωπισμάτων δημιουργός, ἅτε δὴ νομίσματος οὐκ ὄντος. ἀλλὰ οὕτως ἀπερημωθεῖσα κατὰ μικρὸν ἡ τρυφὴ τῶν ζωπυρούντων καὶ τρεφόντων αὐτὴ δι’ αὑτῆς ἐμαραίνετο· καὶ πλεῖον οὐδὲν ἦν τοῖς πολλὰ κεκτημένοις, ὁδὸν οὐκ ἐχούσης εἰς μέσον τῆς εὐπορίας, ἀλλ’ ἐγκατῳκοδομημένης καὶ ἀργούσης.
Ωστόσο παρόλο που αυτή η εκδοχή έχει κάποια βάση, εντούτοις περιέχει και στοιχεία μύθου. Ανασκαφές στην Σπάρτη έχουν αποκαλύψει μια σειρά από σιδερένιους οβελούς έντονα διαβρωμένους. Φαίνεται ότι αυτές οι ράβδοι πιθανόν αποτελούσαν τα νομίσματα στα οποία αναφερόταν ο Πλούταρχος. Τέτοιο νόμισμα θα ήταν εκτός χρήσης τον 1ο αιώνα που το ανέφερε ο Πλούταρχος, αλλά ίσως ήταν ακόμα εν χρήσει σε διάφορα Σπαρτιατικά Ιερά.
Σπαρτιάτες μισθοφόροι πολέμησαν για τον τελευταίο Φαραώ
Ένας μύθος που συνεχίζει να ταλανίζει την αρχαία Σπάρτη είναι ότι ήταν μια βαθιά ξενοφοβική κοινωνία. Ενώ αυτό είναι εν μέρει αλήθεια, αξίζει να σημειωθεί ότι η Σπάρτη είχε συνεργασθεί με ανθρώπους και μέρη μακριά από την Ελλάδα. Τα παρακάτω στοιχεία φωτίζουν μία από τις αξιολογότερες διεθνείς συμφωνίες της Σπάρτης. Ο αδελφός της Κυνίσκας, βασιλέας Αγησίλαος, όντας στρατιωτικός ηγέτης με μεγάλες ικανότητες (εναντίον των Περσών το 396-4 π.Χ) στην δύση του βίου οδήγησε έναν μισθοφορικό στρατό στην Αίγυπτο.
Το 362/1 π.Χ., σε ηλικία, περίπου 80 ετών κλήθηκε από τον Φαραώ Νεκτανεμπώ Α’ να οδηγήσει τις Αιγυπτιακές δυνάμεις εναντίον των Περσών (η Αίγυπτος κατακτήθηκε από τους Πέρσες το 525 π.Χ αλλά αργότερα ανέκτησε την ανεξαρτησία της). Ο Αγησίλαος είδε αυτό ως μια καλή ευκαιρία να ενισχύσει τις διπλωματικές και εμπορικές σχέσεις με την Αίγυπτο, να γεμίσει τα ταμεία του κράτους και να τιμωρήσει τους Πέρσες για τις προηγούμενες ενέργειές τους κατά των Σπαρτιατών.
Αυτό που επακολούθησε μπορεί να περιγραφεί μόνο ως πολιτικό χάος.
Λίγο μετά την άφιξη του Αγησιλάου στην Αίγυπτο τμήμα του Αιγυπτιακού στρατού επαναστάτησε εναντίον του Φαραώ και το υπόλοιπο τον εγκατάλειψε, ενώ ο Νεκτανεμπώ διέφυγε για να διασωθεί. Η όλη κατάσταση άφησε τον Αγησίλαο χωρίς εργοδότη και φυσικά χωρίς την δυνατότητα πληρωμής. Στο δίλημμα ποια από τις δύο πλευρές να υποστηρίξει, ο Αγησίλαος επέλεξε τον Φαραώ Νεκτανεμπώ Β’, διασφαλίζοντας την εξουσία (ο Νεκτανεμπώ Β’ ήταν ο τελευταίος γηγενής Φαραώ της Αιγύπτου). Ο Αγησίλαος πληρώθηκε για τις υπηρεσίες του και ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής, το οποίο δεν έμελλε να ολοκληρωθεί, αφού απεβίωσε στην Κυρήνη της Βόρειας Αφρικής και το σώμα του μεταφέρθηκε πίσω στην Σπάρτη.
Η Σπάρτη αποτελούσε δημοφιλή τουριστικό προορισμό της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας
Συχνά αναφέρεται ότι μετά το 371 π.Χ., όταν οι Σπαρτιάτες ηττήθηκαν από τους Θηβαίους στην μάχη των Λεύκτρων, η Σπάρτη έχασε την αίγλη της. Εν πολλοίς αυτό είναι αλήθεια. Η πολιτική ανεξαρτησία της Σπάρτης τέθηκε υπό αμφισβήτηση με την άνοδο των Μακεδόνων, της Αχαϊκής Συμπολιτείας, κατόπιν της Ρώμης και ο στρατός της Σπάρτης δεν ήταν το ίδιο ισχυρός, όσο τον 5ο αιώνα π.Χ εναντίον των Περσών και των Αθηναίων.
Στην πραγματικότητα όμως οι Ρωμαίοι ανέδειξαν τον μύθο της Σπάρτης σε πολύ ευρύτερο κοινό και οι Σπαρτιάτες είχαν την δυνατότητα να διαδώσουν την πολιτιστική τους παράδοση.
Η Σπάρτη κεφαλαιοποίησε τους μύθους και την γοητεία που ασκούσε μέσω της προβολής, αφού πολλά από τα κτήρια που υπάρχουν σήμερα χρονολογούνται από την Ρωμαϊκή περίοδο, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το ιερό της Αρτέμιδος Ορθίας.
Σε ένα από τα παλαιότερα Ιερά στη Σπάρτη που χρονολογείται στις αρχές του 800 π.Χ., οι Ρωμαίοι συγκεντρώνονταν γύρω από τον παλαιό ναό προκειμένου να παρακολουθήσουν την αρχαία παράδοση της διαμαστίγωσης. Αυτή η παράδοση περιελάμβανε νεαρούς Σπαρτιάτες οι οποίοι υπέμεναν μια τελετουργία μαστιγώματος, προκειμένου να σκληραγωγηθούν και να εξευμενίσουν την Αρτέμιδα Ορθία. Η εκδήλωση ήταν τόσο διάσημη σε όλο τον Ρωμαϊκό κόσμο, ώστε την παρακολούθησε ακόμη και ο Κικέρων. Τον 3ο αιώνα μ.Χ, πέριξ του Ιερού της Αρτέμιδος χτίσθηκε αμφιθέατρο, όπου οι θεατές μπορούσαν να παρακολουθήσουν την Σπαρτιατική τελετουργία.