Το 538 π.Χ ο Βαβυλώνιος αστρονόμος Ναμπού-ριμανού είχε προσδιορίσει με μεγάλη ακρίβεια τη διάρκεια του ηλιακού έτους ίση με 365 6Ω 15min 55 sec. Η παρατήρηση αυτή θεωρείται η πρώτη αρχαιότερη προσέγγιση μέχρι σήμερα. Πολύ κοντά στο αποτέλεσμα αυτό θεωρείται η προσέγγιση που δίνει το Μινωικό σφράγισμα του 2200 π.Χ από το Φουρνί Αρχανών.
Είδη ημερολογίων
Η περιοδική μελέτη των ουράνιων και των γήινων φαινομένων (εποχές), μετά από μακροχρόνιες καταγραφές, γέννησαν την έννοια του Ημερολογίου. Οι Μινωίτες όπως και οι άλλοι λαοί την Εποχή του Χαλκού μετρούσαν τον χρόνο με βάση την περιοδικότητα συγκεκριμένων αστρονομικών φαινομένων.
Τα κυριότερα ημερολογιακά συστήματα που χρησιμοποιήθηκαν από την 3η χιλιετία είναι τα Σεληνιακά, τα Σεληνοηλιακά και τα Ηλιακά. Και τα τρία ημερολόγια, βασίζονταν στις περιοδικές κινήσεις του Ηλίου και της Σελήνης.
Τα Σεληνιακά ημερολόγια την Εποχή του Χαλκού είχαν 12 συνοδικούς μήνες. Χρησιμοποιήθηκαν από του Σουμέριους, τους Βαβυλώνιους, τους Αιγυπτίους και τους Μινωίτες. Ως βασική τους μονάδα έχουν τον συνοδικό σεληνιακό μήνα(ίσο με 29,5 μέρες), που είναι το χρονικό διάστημα μεταξύ δύο διαδοχικών επανόδων της Σελήνης στην ίδια φάση. Το σεληνιακό έτος διαρκούσε 354,36 μέρες με αποτέλεσμα η ίδια ημερομηνία να μην αντιστοιχεί στην ίδια κλιματολογική εποχή του έτους.
Το Σεληνοηλιακό ημερολόγιο δημιουργήθηκε ώστε να διορθώσει κατά περιόδους την αντιστοιχία των ημερομηνιών με τις εποχές του έτους. Η εναρμόνιση έγινε εφικτή με την περιοδική παρεμβολή, σε κάποιο σεληνιακό έτος, ενός εμβόλιμου 13ου συνοδικού μήνα.
Τα Ηλιακά ημερολόγια έχουν ως βάση τους το τροπικό έτος των 365,2422 ημερών, δηλαδή την φαινόμενη ετήσια κίνηση του Ηλιου πάνω στην εκλειπτική.
Ηλιακό Ημερολόγιο (2200 π.Χ.)
Από τα μινωικά ιερά κορυφής οι Μινωίτες θα έπρεπε να παρατηρούσαν, μετά από τη φάση της Πανσελήνου, κάθε μέρα να μειώνεται ο δίσκος της Σελήνης, μέχρι να γίνει ο μισός. Τότε είχαν περάσει 7 ημέρες και 9 ώρες. Ο δίσκος εξακολουθούσε συνεχώς να μειώνεται παίρνοντας την μορφή δρεπανοειδούς μηνίσκου ώσπου κάποια μέρα εξαφανιζόταν.
Συνολικά είχαν τότε περάσει από την Πανσέληνο 14 ημέρες και 18 ώρες. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρούσαν όταν η νέα Σελήνη μεγάλωνε το δρεπανοειδή μηνίσκο της, μέχρι τη νέα Πανσέληνο· και είχαν περάσει άλλες 14 ημέρες και 18 ώρες. Συνολικά από την πρώτη Πανσέληνο μέχρι την εμφάνιση της επομένης είχαν περάσει 28 ημέρες και 36 ώρες. Έτσι, ο χρόνος που παρατηρεί ο Μινωίτης ανάμεσα σε δύο διαδοχικές επανόδους της Σελήνης σε Πανσέληνο (δηλαδή ανάμεσα σε δύο διαδοχικές φάσεις) είναι ίσος με 29,53 ημέρες και ονομάζεται συνοδικός μήνας.
Το παρατιθέμενο σφραγιστικό εύρημα του 2200 π.Χ. από το Φουρνί των Αρχανών, ταφικό Κτήριο 18 δωμάτιο 3· είναι κυλινδρικό, κατασκευασμένο από δόντι ιπποπόταμου. Ο ανασκαφέας Γ. Σακελαράκης περιγράφει ότι: “έχει ένα ασυνήθιστο σφραγιστικό θέμα κοιλοτήτων.”
Μέσα από προσεκτική παρατήρηση και μεγέθυνση, διαπιστώνουμε ότι η σφραγίδα εμφανίζει 12 μηνίσκους, που συνιστούν γνωστό τρόπο συμβολισμού της Σελήνης, όπως παρατηρούμε στα χρυσά δαχτυλίδια CMS Ι αριθ. 17 και 179, από τις Μυκήνες και την Τίρυνθα. Επιπλέον στο άνω μέρος παρατηρούμε μια γραμμή χαραγμένη κάτω από 4 μηνίσκους. Στη γραμμή αυτή διακρίνουμε 11 χαράξεις που φέρουν και μια κουκίδα.
Αν συνδέσουμε τις ανωτέρω επισημάνσεις και θεωρήσουμε ότι η κάθε Σελήνη αναφέρεται σε συνοδικό μήνα και ότι η κάθε χάραξη αντιπροσωπεύει παρεμβαλλόμενες μέρες, τότε το σφραγιστικό αυτό αποτύπωμα εκφράζει ένα πλήρες, ακριβέστατο ηλιακό ημερολόγιο με βάση τη Σελήνη. Αυτό επιβεβαιώνεται με τις παρακάτω πράξεις:
Συνοδικός μήνας Χ 12 +11 γραμμές = 29,53Χ12=354,36 + 11 μέρες ευρίσκουμε 365,36.
Ο προσδιορισμός αυτής της ακρίβειας για το ηλιακό ημερολόγιο με βάση τη Σελήνη πιστεύουμε ότι θα μπορούσε να προσδιοριστεί πολύ απλά με τον εξής τρόπο: Παρατηρώντας οι Μινωίτες στο χειμερινό ηλιοστάσιο τη φάση της Σελήνης και καταγράφοντας κάθε μέρα που περνούσε, μετά από 365,3 μέρες θα διαπίστωναν ότι ο Ήλιος είχε την ίδια ακριβή θέση στην ανατολή του σταματώντας την πορεία μετατόπισής του στον ουρανό.
Μετατοπίζοντας, τώρα, το ενδιαφέρον μας στο κέντρο της απεικόνισης, το εκεί υπάρχον σχήμα θυμίζει, με μια απλή ματιά, αυτό της Κρήτης. Το σφράγισμα, τότε, θα μπορούσε να αποτυπώνει το νησί των Μινωιτών στο κέντρο και το πλήθος των ημερών –το χρόνο που περνά γύρω τους.
Πολλοί ειδικοί ίσως να θεωρήσουν την εν λόγω ερμηνεία λίγο “τραβηγμένη”. Πιστεύουμε, ωστόσο ότι οι αριθμητικές πράξεις που οδηγούν στις 365,3 ημέρες σε συνδυασμό με το μικρογραφικό σχέδιο στο κέντρο, που παραπέμπει στην Κρήτη την καθιστούν όχι απίθανη ούτε αβάσιμη.
Το εύρημα αυτό είναι μοναδικό και με βάση την ερμηνεία που δόθηκε αποδεικνύει ότι η Μινωίτες είχαν από την Παλαιοανακτορική περίοδο ένα σύγχρονο ηλιακό ημερολόγιο, το οποίο προηγήθηκε των Βαβυλωνίων 19 αιώνες.
Παρόμοιο ημερολόγιο 354 ημερών φαίνεται ότι χρησιμοποίησαν και οι Αιγύπτιοι όπως διασώζει ο πάπυρος Ιλλαχού από το 2780 π.Χ., με τη χρήση σεληνιακού ημερολογίου των 12 μηνών διαρκείας 29 ή 30 ημερών έκαστος. Στην πορεία του χρόνου οι Αιγύπτιοι ιερείς φαίνεται ότι ακολούθησαν ηλιακό ημερολόγιο 365 ημερών από το 1321 π.Χ. Έτσι το Αιγυπτιακό έτος αποτελείτο από 12 μήνες των 30 ημερών με 5 συμπληρωματικές αφιερωμένες στη θεά του ουρανού Νούτ. Οι 5 συμπληρωματικές μέρες ήταν αφιερωμένες στις γεννήσεις των θεών Όσιρι, Όρου, Νέφθιδας, Σέτ και της Ίσιδας στο τέλος των 360 ημερών.
Τα προαναφερθέντα στοιχεία με αναφορές στις αστρονομικές γνώσεις των Μινωιτών αντλήθηκαν από το νεο-εκδοθέν βιβλίο με τίτλο «Αστρονομία Κρητομυκηναϊκού Πολιτισμού- Μηνολόγιο Εορτολόγιο».
Του Μηνά Τσικριτσή, Δρ. ΑΠΘ, ερευνητή αιγαιακών γραφών