«Απέναντι από τον ναό (του Ασκληπιού) είναι ο τόπος που κοιμούνται οι προσκυνητές του Θεού. Ένα κυκλικό οικοδόμημα, κτισμένο εκεί κοντά, από μάρμαρο, η λεγόμενη θόλος, είναι άξιο θέας.. Μέσα στην Θόλο υπάρχει ζωγραφική παράσταση του Παυσίου, που παριστά τον Έρωτα να έχει παρατημένα τα βέλη και το τόξο και να έχει πάρει και να κρατεί την λύρα. Είναι επίσης ζωγραφισμένη η Μέθη εδώ να πίνει από γυάλινη κούπα, έργο και τούτο του Παυσίου. Η κούπα φαίνεται σαν αληθινή γυάλινη και μπορεί κανείς να ιδεί διά μέσου αυτής το πρόσωπο της γυναίκας». |
Παυσανίου Κορινθιακά 27, 3 |
Η περιγραφή της Θόλου από τον Παυσανία είναι εξαιρετικά συνοπτική και δεν δίνει καμία πληροφορία σχετικά με την μορφή του οικοδομήματος καθώς και την χρήση του. Η ανέγερση της Θόλου άρχισε το μείον 360 και επερατώθη το 350 περίπου.
Η Αγλαϊα Αρχοντίδου Αργύρη, Αρχαιολόγος, στο βιβλίο της Επίδαυρος (σ. 22-26) δίδει την εξής περιγραφή:
«Κοντά στο ναό του Ασκληπιού βρίσκονται τα λείψανα ενός περίκεντρου οικοδομήματος, της Θόλου. Είχε κυκλικό σηκό, πτερό και εσωτερική κιονοστοιχία. Στην είσοδο που ήταν στα ανατολικά όπως στους ναούς, οδηγούσε μια ράμπα. Την εξωτερική δωρική κιονοστοιχία αποτελούσαν 26 κίονες, που στήριζαν ένα δωρικό θριγκό, στολισμένο με μετόπες ανάγλυφες με ρόδακα. Η εσωτερική κιονοστοιχία είχε 14 Κορινθιακούς κίονες. Μεταξύ των δύο κιονοστοιχιών παρεμβάλλετο ο τοίχος του σηκού, από άσπρο μάρμαρο, που είχε παράθυρο, για να μπαίνει το φως. Την πόρτα του σηκού στόλιζαν πολλά ανάγλυφα κοσμήματα, κυμάτια και ωά. Το δάπεδο ήταν στρωμένο με άσπρες και μαύρες πλάκες από ασβεστόλιθο. Στο κέντρο σχηματιζόταν ένας πλατύς κύκλος, από μαύρη πέτρα. Στο κέντρο του ήταν μια κυκλική άσπρη πέτρα, κινητή, ώστε να αφαιρείται εύκολα από εκείνον, που θα ήθελε να κατέβει στο υπόγειο, με τους τρεις ομόκεντρους διαδρόμους. Στην αρχή θεωρήθηκε από τον ανασκαφέα αποθήκη πολύτιμων αντικειμένων. Η οικοδομική επιγραφή των δαπανών του ιερού, ονομάζει την Θόλο «ΘΥΜΕΛΑ» γι’ αυτό υποστηρίχτηκε πως η θόλος ήταν τόπος εστιάσεως των ιερέων».
Το κυκλικό οικοδόμημα της Θόλου της Επιδαύρου ήταν ένα άρτιο αστρονομικό Μνημείο. Το παράδοξο είναι ότι βρισκόταν στο κατ’ εξοχήν θεραπευτικό κέντρο του αρχαίου Ελληνικού κόσμου. Ίσως κάποια μέρα κατανοήσουμε τους λόγους που αστρονομικό μνημείο λειτουργούσε σε χώρο ιάσεων, σε χώρο ασχολούμενο με την υγεία. Και ίσως αυτός είναι ο λόγος που κανείς μέχρι σήμερα δεν σκέφθηκε να συνδυάσει αρχιτεκτονικά και γλυπτά στοιχεία, εσωτερικά και εξωτερικά, δαπέδου, οροφής και τοιχογραφίας, προκειμένου να συνθέσει την αστρονομική ταυτότητα του Μνημείου.
Εκτός του υπογείου της Λαβυρίνθου, το υπόλοιπο Μνημείο φέρει την σφραγίδα του πατέρα του Ασκληπιού, του Απόλλωνος, θεού του πνευματικού Φωτός. Εκπρόσωπος του Απόλλωνος στο φυσικό σύμπαν είναι ο Ήλιος. (Πλούτ., «Περί του ΕΙ του εν Δελφοίς», 4 και 21).
Σήμερα σώζονται μόνο τα λείψανα του Λαβυρίνθου της. Στο Λαβύρινθο εφυλάσσοντο τα καστανόξανθα ιερά φίδια του Ασκληπιού, οι λεγόμενοι Παρείες. Τα φίδια είχαν θεραπευτική δράση και κατά τον Παυσανία ανήκαν στα ακινδυνώτερα είδη.
Η επιλογή του κυκλικού σχήματος του Μνημείου δεν ήταν τυχαία. Επέτρεπε την αναπαράσταση του ουρανίου στερεώματος και προσδιόριζε τις δύο αστρονομικές θεωρείες περί Ηλίου, την Γεωκεντρική άποψη της φαινομενικής πορείας του και την Ηλιοκεντρική. Η φαινομενική πορεία διεγράφετο στο εξωτερικό του Μνημείου και την έβλεπαν όλοι οι επισκέπτες. Η Ηλιοκεντρική είχε χαραχθεί μέσα στο Μνημείο προφυλαγμένη από τα μάτια των πολλών.
Λαβύρινθος |
Δάπεδο Θόλου |
Από την ΑΛΤΑΝΗ, Ερευνήτρια – Συγγραφέα
Πηγή: ΒΙΣΑΛΤΗΣ